Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Μια ιστορία που θέλω να σας πω...



Είναι πραγματική ιστορία. Μου συνέβη προχθες. Όταν ήμουν για κάποιο λόγο στην Πλατεία Κολοκοτρώνη στην Αθήνα. Ήμουν καλοντυμένος. Με πλησίασε ένα αδύνατο κορίτσι, ξερακιανό. Από τα σημάδια των ματιών της θα έλεγα ότι ήταν σίγουρα 30 χρόνων... Κρατούσε σφιχτά ένα λεπτό, μπλε σκέπασμα, εξαιρετικά μικρό σε διαστάσεις, τόσο μικρό που σίγουρα δεν θα την σκέπαζε ολόκληρη, έστω κι αν είχε μικρό ανάστημα. Την πέρασα για πρεζόνι στην αρχή. Κι αν το αρνήθηκε αργότερα, είμαι σίγουρος ότι κάποτε ήταν...

«Κρυώνω», μου είπε. Σας παρακαλώ, κρυώνουν τα ποδαράκια μου. Μου κλέψανε την κουβέρτα που είχα και κρυώνω πολύ». Δεν ήταν μαστουρωμένη. Ούτε είδα κανένα τσιγάρο να καίει τα δάχτυλά της. Φορούσε ένα μαύρο παντελόνι, βρώμικο φυσικά, κι ένα φούτερ, επίσης κόκκαλο στην βρωμιά. Δεν ήταν ανάγκη να είναι βράδυ για να καταλάβει κανείς ότι αυτό το κορίτσι θα κρύωνε. Μεσημέρι, με τον ήλιο να μισοκρύβεται στα λιγοστά σύνεφα, η αλήθεια είναι ότι κρύωνα κι εγώ κάτω από το ψιλο μπουφάν που φορούσα. Δεν μου ζήτησε λεφτά για την δόση της, δεν μου είπε ότι δεν έχει να φάει, δεν με ικέτεψε για τίποτα. Ναι, κουρέλιασε τον εγωισμό της για να μου μιλήσει, αλλά διατηρούσε ακόμη την αξιοπρέπειά της. Οριακά, αλλά το κρύο είναι βαρύ βασανιστήριο...

«Σε κάτι πανδοχεία, ζητάνε 5 ευρώ για μια νύχτα αλλά δέχονται μόνο πρεζόνια, γιατί να μην δέχονται κι εμένα; Εγώ τι έκανα;» Αυτό ήταν το παράπονό της. Σκέφτηκα ότι μου ζητάει 5 ευρώ. «Γιατί δεν πας σε κάποιο νοσοκομείο να κοιμηθείς στον θάλαμο αναμονής;» της απάντησα... «Από το νοσκομείο βγήκα», είπε. «Είμαι φορέας του AIDS και μου φτιάξανε τα χαρτιά για να παραγγελθούν τα φάρμακα της θεραπείας...» Πρέπει να μου είπε κάτι για 1800 ευρώ αλλά δεν το θυμάμαι. Κυρίως από το σοκ που πέρασα όταν άκουσα ότι πάσχει από AIDS. Το σώμα μου αντανακλαστικά θέλησε να τραβηχτεί προς τα πίσω. Κατάφερα να το αποτρέψω. Τα μάτια μου σάρωσαν ταχύτατα το χώρο της. Άμεσα, βεβαιώθηκα πως δεν υπάρχει περίπτωση να με αγγίξει, χωρίς να αντιληφθώ πρόθεση. Διαπίστωσα όμως ότι ίσως αυτό που έφτανε στην μύτη μου να ήταν μικρές ριπές από την ανάσα της. Σάστισα και προσπάθησα να διαπιστώσω αν κινδυνεύω να κολλήσω ή όχι. Μάλλον όχι. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, το μυαλό μου συντονίστηκε και πάλι στα λεγόμενά της. Είχε σχεδόν τελειώσει την αφήγησή της σχετικά με το τι έκανε στο νοσοκομείο και επαναλάμβανε τώρα πως κρυώνει πολύ... «Είμαι άστεγη και με έχουν κατακλέψει...»

Η συζήτησή μας διήρκεσε όχι πάνω από 3 -4 λεπτά. Το κρύο που τρυπούσε τα κόκκαλά της, είχε παραδόξως ζεστάνει κάπως την δική μου καρδιά. Αλλά όταν έβαλα το χέρι στην τσέπη, θυμηθηκα ότι είχα ένα δεκάευρο και κάτι ψιλά. Στην τράπεζα, τίποτα φυσικά. Ο μισθός πέταξε νωρίς... Ντράπηκα. Νευρίασα. Ήθελα να δόσω και δεν είχα. Τελικά έβγαλα τα ψιλά. Αυτά θα ήταν τα διόδιά μου για άλλες 2 μέρες που θα έμπαινα αναγκαστικά στην Αττική Οδό για να πάω στο αεροδρόμιο. Της έδωσα 3 ευρώ. Λες και γέμισα την αγκαλιά της με ένα τσουβάλι πυρωμένα κάρβουνα. Ζεστάθηκε λίγο. Ποιός ξέρει; ίσως είχε τα άλλα 2 που έλλειπαν για να περάσει το βράδυ σε κάποιο πανδοχείο για πρεζόνια. Πριν φύγει μου ζήτησε αν είχα στο σπίτι καμιά χαλασμένη κουβέρτα να της την πάω στην πλατεία Κλαυθμώνος. «Το όνομά σου;» ρώτησα... «Ζήτα την Ειρήνη»... απάντησε ενώ έφευγε χαρούμενη προς το «σπίτι» της...

Κατάφερε να μου πάρει 3 ευρώ. Με κορόϊδεψε; Θα λέει την ιστορία σε φίλους της και θα γελάνε όλοι μαζί;

Δεν με πειράζει. Αρκεί εκείνη να πέρασε ένα γλυκό βραδάκι μέσα στην παγωνιά της ψυχής της...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να αποφευχθούν περιπτώσεις εμφάνισης υβριστικών σχολίων ή άλλων ποινικά κολάσιμων πράξεων, όλα τα σχόλια πριν δημοσιευτούν ελέγχονται.

Παρακαλούμε μην αποστέλετε πληροφορίες άχρηστες προς τη λειτουργία του συγκεκριμένου blog.

Τα μηνύματα είναι προσωπικές απόψεις των αποστολέων και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν τους δημιουργούς ή διαχειριστές της συγκεκριμένης σελίδας.