Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται ο χορός των τραπεζικών σκανδάλων που έχει πλήξει βαρύτατα την αξιοπιστία του κλάδου διεθνώς και ιδιαίτερα το κύρος του City του Λονδίνου: Η βρετανική Standard Chartered (μέχρι πρότινος θεωρούμενη μια από τις πλέον «καθαρές» τράπεζες) ήταν η τελευταία που βρέθηκε στο στόχαστρο, μετά τις κατηγορίες από αμερικανική αρχή ότι επί δέκα χρόνια είχε....
συναλλαγές με την κυβέρνηση του Ιράν, παρακάμπτοντας τις κυρώσεις της Ουάσιγκτον. Σε τριπλό κλοιό βρίσκεται η επίσης βρετανική HSBC, που αντιμετωπίζει κατηγορίες για «ξέπλυμα» μαύρου χρήματος στις ΗΠΑ, κατηγορίες για «εσφαλμένες» πωλήσεις χρηματοοικονομικών προϊόντων στην πατρίδα της, ενώ φέρεται να πρωταγωνιστεί και στο σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor που απειλεί να «ρουφήξει» όλους σχεδόν τους μεγάλους, με τις έρευνες των εποπτικών οργάνων σε όλο τον κόσμο να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και την απειλή βαριών προστίμων και δικαστικών διαμαχών να είναι κάτι παραπάνω από ορατή. Αντιθέτως, «στα μαλακά» έπεσε η ιαπωνική Nomura, η οποία απλώς έλαβε... συστάσεις από το Τόκιο μετά την αποκάλυψη μεγάλου σκανδάλου εσωτερικής πληροφόρησης που οδήγησε στην καρατόμηση του ηγετικού της διδύμου.
Standard Chartered
To σύνδρομο της Τεχεράνης
Κατά 17 δισ. δολάρια μειώθηκε η κεφαλαιοποίηση της Standard Chartered την Τρίτη, μετά τη διατύπωση βαριών κατηγοριών από την εποπτική αρχή των τραπεζών της Νέας Υόρκης DFS: Η DFS απείλησε να άρει την τραπεζική άδεια της StanChart στις ΗΠΑ, ισχυριζόμενη ότι επί δέκα χρόνια διενήργησε πάνω από 60.000 παράνομες συναλλαγές με το Ιράν, συνολικού ύψους 250 δισ. δολαρίων που «άφησαν το αμερικανικό χρηματοοικονομικό σύστημα ευάλωτο σε τρομοκράτες, εμπόρους όπλων, βαρόνους ναρκωτικών και διεφθαρμένα καθεστώτα». Η τράπεζα μετά το αρχικό σοκ πέρασε στην αντεπίθεση χαρακτηρίζοντας τις κατηγορίες «αβάσιμες» και προετοιμάζοντας την υπερασπιστική της γραμμή, ενόψει της κατάθεσής της ενώπιον της DFS την προσεχή εβδομάδα. Ο διευθύνων σύμβουλος της Standard Chartered Πίτερ Σαντς επέστρεψε εσπευσμένα από τις διακοπές του για να περιορίσει το πλήγμα στη φήμη της τράπεζας, που μετρά ιστορία 160 ετών και είχε περάσει «αβρόχοις ποσί» τη χρηματοοικονομική κρίση, χάρη στη συντηρητική πολιτική της και την υψηλή έκθεσή της στις αναδυόμενες αγορές. Η επιθετική κίνηση της DFS εκτιμάται ότι εξέπληξε όχι μόνο την StanChart αλλά και τις υπόλοιπες εποπτικές αρχές των ΗΠΑ που φέρονταν να βρίσκονται σε συνομιλίες με την τράπεζα από τo 2010, για να κλείσουν διακριτικά την υπόθεση με ένα πρόστιμο (όπως είχε συμβεί στο παρελθόν με τις Credit Suisse, Barclays, Lloyd's Bank και ING για παρόμοιες περιπτώσεις). Η DFS όμως έβγαλε την τράπεζα «στη σέντρα», οδηγώντας πολλούς να κάνουν λόγο για «δάκτυλο» της Ουάσιγκτον με στόχο την αποδυνάμωση των βρετανικών ομίλων προς όφελος των ανταγωνιστών τους στη Wall Street.
HSBC
Το τρις εξαμαρτείν
Σε εξαιρετικά δύσκολη θέση έχει περιέλθει η επίσης βρετανική HSBC που σε διάστημα ενός μήνα βρέθηκε μπλεγμένη σε τρεις ύποπτες υποθέσεις: Το πρώτο «ράπισμα» ήτανη δημοσίευση έκθεσης-καταπέλτη της αμερικανικής Γερουσίας στο τέλος Ιουλίου που την κατηγορούσε μεταξύ άλλων ότι διευκόλυνε το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος από καρτέλ ναρκωτικών στο Μεξικό, είχε συναλλαγές με τράπεζες εμπλεκόμενες με τρομοκρατικές οργανώσεις (μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται πιθανότατα και η Αλ-Κάιντα) και λειτούργησε ως πύλη εισόδου στο χρηματοοικονομικό σύστημα των ΗΠΑ για κεφάλαια υπόπτου προελεύσεως προερχόμενα από τη Συρία, το Ιράν, τα νησιά Κέιμαν, τη Βόρειο Κορέα κ.ά. Ο διευθύνων σύμβουλος της HSBC Στιούαρτ Γκάλιβερ υποχρεώθηκε να ζητήσει δημόσια συγγνώμη και να αποπέμψει τον υπεύθυνο εσωτερικών ελέγχων της τράπεζας. Λίγες μέρες αργότερα, έγινε γνωστό ότι φιγουράρει στη λίστα των μεγάλων τραπεζών που είναι ύποπτες για το Liborgate και στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι έχει «βάλει στην άκρη» το ποσό-μαμούθ των 2 δισ. δολαρίων για να πληρώσει τις «καμπάνες» που αναμένονται μετά την αποκάλυψη των παράνομων δραστηριοτήτων της αμερικανικής θυγατρικής της. To ίδιο κονδύλι εξάλλου, προορίζεται και για την αποζημίωση Βρετανών ιδιωτών επενδυτών, στους οποίους η τράπεζα πούλησε «παράτυπα» ασφαλιστικά συμβόλαια κα προϊόντα αντιστάθμισης συναλλαγματικού κινδύνου. Πρόκειται για ένα ακόμη σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκονται και άλλες μεγάλες βρετανικές τράπεζες που έχουν προβλέψει για τον σκοπό αυτό περί τα 9 δισ. στερλίνες για να τακτοποιήσουν τις δικαστικές διαμάχες που εκτιμούν ότι θα αντιμετωπίσουν.
Nomura
Έπεσε «στα μαλακά»
Με μεγάλη επιείκεια αντιμετώπισαν τη Nomura οι ιαπωνικές εποπτικές αρχές, καθώς η μόνη κύρωση που της επέβαλαν ύστερα από πολύμηνη έρευνα για μεγάλο σκάνδαλο εσωτερικής πληροφόρησης που αποκαλύφθηκε το 2010 ήταν η... σύσταση να ενισχύσει τα συστήματα ελέγχου της. Η Nomura παραδέχθηκε ότι υπάλληλοί της διέρρευσαν σε εκλεκτούς πελάτες της τράπεζας πληροφορίες για τις επικείμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των Mizuho Financial, Inpexκαι της Tokyo Electric Power, στις οποίες ήταν ανάδοχος, επιτρέποντάς τους να αποκομίσουν παχυλά κέρδη. Αν και οι αναλυτές μίλησαν για «φιλικό χτύπημα στην πλάτη» από τις αρχές του Τόκιο, η Nomura τιμωρήθηκε από την αγορά: Το σκάνδαλο οδήγησε σε μεγάλη διαρροή πελατών, ενώ στο τέλος Ιουλίου υποχρεώθηκαν σε παραίτηση ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Κενίτσι Γουατανάμπε και ο εκτελεστικός της διευθυντής Τακούμι Σιμπάτα. Η απομάκρυνση των δυο τραπεζιτών, αρχιτεκτόνων της επέκτασης της Nomura στο εξωτερικό (μέσω της εξαγοράς των δραστηριοτήτων της χρεοκοπημένης Lehman Brothers σε Ευρώπη και Ασία) εγείρει ερωτήματα για τη μελλοντική στρατηγική της τράπεζας. Πάντως, πρόκειται για το... τρις εξαμαρτείν και γι΄αυτή: Το 1991, ο τότε πρόεδρος της Nomura Γιοσιχίσα Ταμπούτσι παραιτήθηκε μετά την παραδοχή του ομίλου ότι αποζημίωνε μεγάλους πελάτες για απώλειες που είχαν υποστεί στα χρηματιστήρια. Και το 1997, αποπέμφθηκε ο πρόεδρος Χιντέο Σακαμάκι, αφού αποκαλύφθηκε ότι η τράπεζα είχε διοχετεύσει πάνω από 3 εκατ. δολάρια σε έναν... γκάνγκστερ για να τον εμποδίσει να δημιουργήσει προβλήματα κατά την Γενική Συνέλευση των μετόχων της τράπεζας το 1995.
UBS - Deutsche Bank
Στα «πλοκάμια» του Liborgate
Ολοένα και περισσότερες τράπεζες μπλέκονται στα «δίχτυα» του Liborgate, καθώς συνεχίζονται οι
έρευνες των εποπτικών αρχών ανά τον κόσμο: Στις πλέον πρόσφατες εξελίξεις, έγινε γνωστό ότι οι αμερικανικές αρχές πρόσφεραν ασυλία από ποινική δίωξη σε πρώην υπαλλήλους της ελβετικής UBS, σε αντάλλαγμα για τη συνεργασία τους στην έρευνα. Ο στόχος είναι να προσφέρουν οι εν λόγω υπάλληλοι αποδείξεις για την πιθανολογούμενη εμπλοκή ανώτερων στελεχών της τράπεζας. Η ίδια η UBS αποκάλυψε ότι έχει εξασφαλίσει συμφωνίες για επιεική μεταχείριση από ορισμένες αρχές των ΗΠΑ, της Ελβετίας και του Καναδά, αν και εκκρεμούν και άλλες έρευνες, με αβέβαιη έκβαση. Σύμφωνα με την Morgan Stanley, η UBS θα μπορούσε να δεχθεί πρόστιμο 250 εκατ. ελβετικών φράγκων (258 εκατ. δολαρίων) από την κυβέρνηση της Ελβετίας, καθώς ήταν από τις πρώτες τράπεζες που συνεργάστηκαν στην έρευνα. Την ίδια γραμμή ακολουθεί και η γερμανική Deutsche Bank που επίσης συνεργάζεται με τις αρχές, ελπίζοντας σε ευνοϊκή μεταχείριση εάν κριθεί ένοχη. Η τράπεζα υποστηρίζει ότι από την εσωτερική έρευνα που η ίδια διεξήγαγε για το θέμα δεν προέκυψαν ενδείξεις ανάμειξης ανώτερων διοικητικών στελεχών (όπως στην περίπτωση της Barclays), χωρίς όμως να αποκλείει την εμπλοκή χαμηλόβαθμων υπαλλήλων. Για? παν ενδεχόμενο, όμως, αύξησε το κονδύλι που έχει «βάλει στην άκρη» για δικαστικές διαμάχες και πιθανά πρόστιμα σε 2,5 δισ. ευρώ (από 2,1 δισ. ευρώ προηγουμένως). Σημειώνεται τέλος ότι σε μια αποχρώσα ένδειξη ενοχής και η βρετανική RBS παραδέχθηκε πρόσφατα ότι απέλυσε υπαλλήλους λόγω του Liborgate.
* Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου/στην Ημερησία του Σαββάτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να αποφευχθούν περιπτώσεις εμφάνισης υβριστικών σχολίων ή άλλων ποινικά κολάσιμων πράξεων, όλα τα σχόλια πριν δημοσιευτούν ελέγχονται.
Παρακαλούμε μην αποστέλετε πληροφορίες άχρηστες προς τη λειτουργία του συγκεκριμένου blog.
Τα μηνύματα είναι προσωπικές απόψεις των αποστολέων και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν τους δημιουργούς ή διαχειριστές της συγκεκριμένης σελίδας.