του Πάνου Πολυζωΐδη
Δεν ομιλεί εκ του τάφου του, αλλά οι παρατηρήσεις του για τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και τις προτεραιότητες για την επίτευξη σύγκλισης με τις προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες μοιάζουν επίκαιρες - ιδιαίτερα αφού κάποιες από τις συστάσεις του...
συμπίπτουν με αυτές του Μνημονίου.
Το 1962, λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας σύνδεσης της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά (πρόγονο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και τον έβδομο χρόνο της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο Παπανδρέου δημοσίευσε τη μονογραφία με τίτλο "A Strategy for Greek Economic Development" (εκδόθηκε από το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών).
Διαβάζοντας αποσπάσματα του κειμένου, διαπιστώνει κανείς ότι αρκετές από τις εκτιμήσεις του μετέπειτα πρωθυπουργού σχετικά με τις προβληματικές δομές της ελληνικής οικονομίας εξακολουθούν αν έχουν βάση - σε κάποιο βαθμό, μάλιστα, επιδεινώθηκαν στα πενήντα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει και τελικά οδήγησαν στη σημερινή δημοσιονομική κατάρρευση.
Στο στόχαστρο του Παπανδρέου ο ανορθολογικός και επιβαρυντικός ρόλος του κράτους, που προκαλεί ασφυξία στην οικονομία και αποθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις:
"... Δεδομένων των όρων της σύνδεσης, η Ελλάδα διαθέτει περιορισμένο χρονικό διάστημα, εντός του οποίου θα πρέπει να επιτύχει τους δομικούς μετασχηματισμούς που απαιτούνται για την επιβίωση στην Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά". [σελ. 25]
"Υφίσταται πιεστική ανάγκη να εξορθολογισθεί το υπάρχον περίπλοκο 'σύστημα' κρατικών ρυθμίσεων της οικονομικής δραστηριότητας. Υπό μίαν έννοια, στην ελληνική οικονομική σκηνή υπάρχει 'υπερβολικά πολύ' κράτος, την ίδια ώρα που γίνεται πολύ λίγη έρευνα και πολύ λίγος σχεδιασμός, ενώ ουσιαστικά απουσιάζει ένας οργανωτικός μηχανισμός για την υλοποίηση των διαφόρων σχεδίων. Δεν θα μπορούσε κανείς να αναμένει πως το μωσαϊκό δημόσιου δανεισμού και ρυθμίσεων της αγοράς, οι οποίες υπόκεινται σε απότομες και απροειδοποίητες τροποποιήσεις, θα ενθαρρύνει επενδυτική δραστηριότητα του ορθού είδους από τον ιδιωτικό τομέα". [σελ. 103]
Δεν δυσκολεύεται κανείς να αναγνωρίσει στο παραπάνω απόσπασμα το σπόρο των παθογενειών που αναπτύχθηκαν στις δεκαετίες που μεσολάβησαν και οδήγησαν αφ' ενός, στη διόγκωση ενός λιπαρού και αναποτελεσματικού δημοσίου τομέα και αφ' ετέρου, στη γιγάντωση ιδιωτικών συμφερόντων, τα οποία όχι μόνον δεν προχώρησαν σε επενδύσεις "του ορθού είδους", αλλά αντίθετα τρέφονταν παρασιτικά από το δημόσιο σε ένα πλαίσιο νόθευσης του ανταγωνισμού.
Ποιες ήταν όμως οι απαιτήσεις προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας σε ένα περιβάλλον ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, σύμφωνα με τον Παπανδρέου του 1962; Κρίνοντας από τα παρακάτω, θα έβλεπε επιφυλακτικά τα φαραωνικά έργα για τους Ολυμπιακούς του 2004:
"Θα πρέπει να υποχωρήσει η τεράστια έμφαση που δίδεται σήμερα σε μεγάλα και θεαματικά αλλά στενών οριζόντων προγράμματα και να αντικατασταθεί από μία συστηματική διερεύνηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της μικρής βιομηχανίας (συμπεριλαμβανομένων και αγροτικών μικρών βιομηχανιών)". [σελ. 104]
Η έμφαση στους μικρομεσαίους και στην αγροτική παραγωγή αποδεικνύεται ιδιαίτερα εναργής. Ποια ήταν τα αποτελέσματα των αστοχιών της κρατικής πολιτικής στους τομείς αυτούς από το 1962 μέχρι σήμερα και, ιδίως, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης:
• Η μικρή βιομηχανία κατέρρευσε, καθώς αδυνατεί να ανταγωνισθεί στο ευρύτερο ευρωπαϊκό και -αργότερα- παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, λόγω και της απουσίας καινοτομίας.
• Ο κλάδος των μικρομεσαίων μεγαλύνθηκε, αλλά έφθασε στο σημείο να μην μπορεί να επιζήσει παρά μόνο μέσα από τη φοροδιαφυγή.
• Η αγροτική οικονομία εκτοξεύθηκε χάρη στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, αλλά αντιμετωπίζει πλέον αδιέξοδο (αφού η Ελλάδα είναι αδύνατον να είναι ανταγωνιστική στον τομέα αυτόν χωρίς τις κοινοτικές επιδοτήσεις) και βρίσκεται ενώπιον διαφορετικών προκλήσεων (διαφοροποίηση παραγωγής). Και αυτά σε πείσμα της νοσταλγικής φιλολογίας περί επιστροφής στον πρωτογενή τομέα, που βρίσκει ευήκοα ώτα τον τελευταίο καιρό.
Ο Παπανδρέου είχε όμως και συστάσεις για τη δημιουργία ενός γνήσιου και υγιούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, κάτι που θεωρούσε πυλώνα της στρατηγικής ανάπτυξης:
"Όπου επιτρέπεται στον μηχανισμό της αγοράς, τη διαδικασία του ανταγωνισμού, να εκτελέσει το έργο της κατανομής των πόρων, θα πρέπει να του επιτρέπεται να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Οι ανταμοιβές για την επιτυχία θα πρέπει να είναι υψηλές - αντίστοιχα υψηλές πρέπει να είναι οι κυρώσεις σε περιπτώσεις αποτυχίας. Τα εμπόδια για την είσοδο στην αγορά -τα οποία στην Ελλάδα είναι ασυνήθιστα υψηλά- θα πρέπει να χαμηλώσουν, αν όχι να καταργηθούν. 'Κορεσμένες' δραστηριότητες και 'κλειστά' επαγγέλματα θα πρέπει να εκτεθούν στην πρόκληση της διαδικασίας του ανταγωνισμού". [σελ. 104]
Δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει τη σύμπτωση απόψεων του Παπανδρέου το 1962 με τους συναδέλφους του σχεδιαστές του Μνημονίου πενήντα χρόνια αργότερα, σε ό,τι αφορά τις στρεβλώσεις λόγω των εμποδίων για είσοδο στην αγορά, των κλειστών επαγγελμάτων και της τεχνητής διατήρησης στη ζωή κορεσμένων κλάδων.
Η ενίσχυση του εξαγωγικού τομέα αποτελεί ανέκαθεν ζητούμενο για την ελληνική οικονομία και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς αποδείχθηκαν ανεπαρκείς. Ο Παπανδρέου προειδοποιεί ότι το ζήτημα είναι δομικό:
"... Είναι κρίσιμο να αντιληφθούμε ότι ένας αποδοτικός εξαγωγικός τομέας δεν μπορεί να λειτουργήσει μέσα σε μία αναποδοτική οικονομία. Η χαμηλή εξαγωγικότητα της Ελλάδας είναι σύμπτωμα δομικής αδυναμίας, εσφαλμένης κατανομής πηγών, κρίκων που απουσιάζουν από τη αλυσίδα της διανομής - και έτσι θα πρέπει να την αντιμετωπίζουμε. Ειδικά μέτρα, όπως προνομιακή δανειοδοτική και δημοσιονομική μεταχείριση των εξαγωγικών επιχειρήσεων, είναι αμφίβολης βραχυπρόθεσμης αποτελεσματικότητας, ενώ συχνά αποδεικνύονται ξεκάθαρα επιβλαβή μακροπρόθεσμα". [σελ. 105]
Ο οικονομολόγος Ανδρέας Παπανδρέου έβλεπε καθαρά πριν από πενήντα χρόνια ποιές ήταν οι προκλήσεις από την ένταξη της Ελλάδας σε ένα ευρύτερο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον και ποιες ήταν οι προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την ελληνική οικονομία να αντεπεξέλθει.
Ο πολιτικός Ανδρέας Παπανδρέου δεν φάνηκε αντάξιος του επιστήμονα εαυτού του, αφού στα ένδεκα χρόνια της πρωθυπουργίας του, όχι μόνον δεν υλοποιήθηκαν οι συστάσεις που είχε ο ίδιος διατυπώσει, αλλά -μέσω της πολιτικής που εφαρμόσθηκε- επιδεινώθηκαν οι δομικές αδυναμίες που είχε εύστοχα εντοπίσει.
Τα αίτια αυτής της μετάπτωσης, το πώς το ελληνικό πολιτικό σύστημα αδυνατεί να υπηρετήσει τον ορθό λόγο και καταλήγει, όχι απλώς να μεταμορφώνει έναν διορατικό οικονομολόγο σε ανεύθυνο κυβερνήτη, αλλά να υπονομεύει την οικονομία της χώρας, είναι μία άλλη -μεγάλη- συζήτηση...
πηγή
Δεν ομιλεί εκ του τάφου του, αλλά οι παρατηρήσεις του για τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και τις προτεραιότητες για την επίτευξη σύγκλισης με τις προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες μοιάζουν επίκαιρες - ιδιαίτερα αφού κάποιες από τις συστάσεις του...
συμπίπτουν με αυτές του Μνημονίου.
Το 1962, λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας σύνδεσης της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά (πρόγονο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και τον έβδομο χρόνο της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο Παπανδρέου δημοσίευσε τη μονογραφία με τίτλο "A Strategy for Greek Economic Development" (εκδόθηκε από το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών).
Διαβάζοντας αποσπάσματα του κειμένου, διαπιστώνει κανείς ότι αρκετές από τις εκτιμήσεις του μετέπειτα πρωθυπουργού σχετικά με τις προβληματικές δομές της ελληνικής οικονομίας εξακολουθούν αν έχουν βάση - σε κάποιο βαθμό, μάλιστα, επιδεινώθηκαν στα πενήντα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει και τελικά οδήγησαν στη σημερινή δημοσιονομική κατάρρευση.
Στο στόχαστρο του Παπανδρέου ο ανορθολογικός και επιβαρυντικός ρόλος του κράτους, που προκαλεί ασφυξία στην οικονομία και αποθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις:
"... Δεδομένων των όρων της σύνδεσης, η Ελλάδα διαθέτει περιορισμένο χρονικό διάστημα, εντός του οποίου θα πρέπει να επιτύχει τους δομικούς μετασχηματισμούς που απαιτούνται για την επιβίωση στην Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά". [σελ. 25]
"Υφίσταται πιεστική ανάγκη να εξορθολογισθεί το υπάρχον περίπλοκο 'σύστημα' κρατικών ρυθμίσεων της οικονομικής δραστηριότητας. Υπό μίαν έννοια, στην ελληνική οικονομική σκηνή υπάρχει 'υπερβολικά πολύ' κράτος, την ίδια ώρα που γίνεται πολύ λίγη έρευνα και πολύ λίγος σχεδιασμός, ενώ ουσιαστικά απουσιάζει ένας οργανωτικός μηχανισμός για την υλοποίηση των διαφόρων σχεδίων. Δεν θα μπορούσε κανείς να αναμένει πως το μωσαϊκό δημόσιου δανεισμού και ρυθμίσεων της αγοράς, οι οποίες υπόκεινται σε απότομες και απροειδοποίητες τροποποιήσεις, θα ενθαρρύνει επενδυτική δραστηριότητα του ορθού είδους από τον ιδιωτικό τομέα". [σελ. 103]
Δεν δυσκολεύεται κανείς να αναγνωρίσει στο παραπάνω απόσπασμα το σπόρο των παθογενειών που αναπτύχθηκαν στις δεκαετίες που μεσολάβησαν και οδήγησαν αφ' ενός, στη διόγκωση ενός λιπαρού και αναποτελεσματικού δημοσίου τομέα και αφ' ετέρου, στη γιγάντωση ιδιωτικών συμφερόντων, τα οποία όχι μόνον δεν προχώρησαν σε επενδύσεις "του ορθού είδους", αλλά αντίθετα τρέφονταν παρασιτικά από το δημόσιο σε ένα πλαίσιο νόθευσης του ανταγωνισμού.
Ποιες ήταν όμως οι απαιτήσεις προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας σε ένα περιβάλλον ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, σύμφωνα με τον Παπανδρέου του 1962; Κρίνοντας από τα παρακάτω, θα έβλεπε επιφυλακτικά τα φαραωνικά έργα για τους Ολυμπιακούς του 2004:
"Θα πρέπει να υποχωρήσει η τεράστια έμφαση που δίδεται σήμερα σε μεγάλα και θεαματικά αλλά στενών οριζόντων προγράμματα και να αντικατασταθεί από μία συστηματική διερεύνηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της μικρής βιομηχανίας (συμπεριλαμβανομένων και αγροτικών μικρών βιομηχανιών)". [σελ. 104]
Η έμφαση στους μικρομεσαίους και στην αγροτική παραγωγή αποδεικνύεται ιδιαίτερα εναργής. Ποια ήταν τα αποτελέσματα των αστοχιών της κρατικής πολιτικής στους τομείς αυτούς από το 1962 μέχρι σήμερα και, ιδίως, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης:
• Η μικρή βιομηχανία κατέρρευσε, καθώς αδυνατεί να ανταγωνισθεί στο ευρύτερο ευρωπαϊκό και -αργότερα- παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, λόγω και της απουσίας καινοτομίας.
• Ο κλάδος των μικρομεσαίων μεγαλύνθηκε, αλλά έφθασε στο σημείο να μην μπορεί να επιζήσει παρά μόνο μέσα από τη φοροδιαφυγή.
• Η αγροτική οικονομία εκτοξεύθηκε χάρη στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, αλλά αντιμετωπίζει πλέον αδιέξοδο (αφού η Ελλάδα είναι αδύνατον να είναι ανταγωνιστική στον τομέα αυτόν χωρίς τις κοινοτικές επιδοτήσεις) και βρίσκεται ενώπιον διαφορετικών προκλήσεων (διαφοροποίηση παραγωγής). Και αυτά σε πείσμα της νοσταλγικής φιλολογίας περί επιστροφής στον πρωτογενή τομέα, που βρίσκει ευήκοα ώτα τον τελευταίο καιρό.
Ο Παπανδρέου είχε όμως και συστάσεις για τη δημιουργία ενός γνήσιου και υγιούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, κάτι που θεωρούσε πυλώνα της στρατηγικής ανάπτυξης:
"Όπου επιτρέπεται στον μηχανισμό της αγοράς, τη διαδικασία του ανταγωνισμού, να εκτελέσει το έργο της κατανομής των πόρων, θα πρέπει να του επιτρέπεται να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Οι ανταμοιβές για την επιτυχία θα πρέπει να είναι υψηλές - αντίστοιχα υψηλές πρέπει να είναι οι κυρώσεις σε περιπτώσεις αποτυχίας. Τα εμπόδια για την είσοδο στην αγορά -τα οποία στην Ελλάδα είναι ασυνήθιστα υψηλά- θα πρέπει να χαμηλώσουν, αν όχι να καταργηθούν. 'Κορεσμένες' δραστηριότητες και 'κλειστά' επαγγέλματα θα πρέπει να εκτεθούν στην πρόκληση της διαδικασίας του ανταγωνισμού". [σελ. 104]
Δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει τη σύμπτωση απόψεων του Παπανδρέου το 1962 με τους συναδέλφους του σχεδιαστές του Μνημονίου πενήντα χρόνια αργότερα, σε ό,τι αφορά τις στρεβλώσεις λόγω των εμποδίων για είσοδο στην αγορά, των κλειστών επαγγελμάτων και της τεχνητής διατήρησης στη ζωή κορεσμένων κλάδων.
Η ενίσχυση του εξαγωγικού τομέα αποτελεί ανέκαθεν ζητούμενο για την ελληνική οικονομία και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς αποδείχθηκαν ανεπαρκείς. Ο Παπανδρέου προειδοποιεί ότι το ζήτημα είναι δομικό:
"... Είναι κρίσιμο να αντιληφθούμε ότι ένας αποδοτικός εξαγωγικός τομέας δεν μπορεί να λειτουργήσει μέσα σε μία αναποδοτική οικονομία. Η χαμηλή εξαγωγικότητα της Ελλάδας είναι σύμπτωμα δομικής αδυναμίας, εσφαλμένης κατανομής πηγών, κρίκων που απουσιάζουν από τη αλυσίδα της διανομής - και έτσι θα πρέπει να την αντιμετωπίζουμε. Ειδικά μέτρα, όπως προνομιακή δανειοδοτική και δημοσιονομική μεταχείριση των εξαγωγικών επιχειρήσεων, είναι αμφίβολης βραχυπρόθεσμης αποτελεσματικότητας, ενώ συχνά αποδεικνύονται ξεκάθαρα επιβλαβή μακροπρόθεσμα". [σελ. 105]
Ο οικονομολόγος Ανδρέας Παπανδρέου έβλεπε καθαρά πριν από πενήντα χρόνια ποιές ήταν οι προκλήσεις από την ένταξη της Ελλάδας σε ένα ευρύτερο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον και ποιες ήταν οι προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την ελληνική οικονομία να αντεπεξέλθει.
Ο πολιτικός Ανδρέας Παπανδρέου δεν φάνηκε αντάξιος του επιστήμονα εαυτού του, αφού στα ένδεκα χρόνια της πρωθυπουργίας του, όχι μόνον δεν υλοποιήθηκαν οι συστάσεις που είχε ο ίδιος διατυπώσει, αλλά -μέσω της πολιτικής που εφαρμόσθηκε- επιδεινώθηκαν οι δομικές αδυναμίες που είχε εύστοχα εντοπίσει.
Τα αίτια αυτής της μετάπτωσης, το πώς το ελληνικό πολιτικό σύστημα αδυνατεί να υπηρετήσει τον ορθό λόγο και καταλήγει, όχι απλώς να μεταμορφώνει έναν διορατικό οικονομολόγο σε ανεύθυνο κυβερνήτη, αλλά να υπονομεύει την οικονομία της χώρας, είναι μία άλλη -μεγάλη- συζήτηση...
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να αποφευχθούν περιπτώσεις εμφάνισης υβριστικών σχολίων ή άλλων ποινικά κολάσιμων πράξεων, όλα τα σχόλια πριν δημοσιευτούν ελέγχονται.
Παρακαλούμε μην αποστέλετε πληροφορίες άχρηστες προς τη λειτουργία του συγκεκριμένου blog.
Τα μηνύματα είναι προσωπικές απόψεις των αποστολέων και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν τους δημιουργούς ή διαχειριστές της συγκεκριμένης σελίδας.