Η Χρυσή Βίβλος των πανίσχυρων αυτού του κόσμου(Forbes List 2012) φιλοξενεί για πολλοστή φορά κάποιον Ελληνα ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της παγκόσμιας οικονομίας, στους ανθρώπους με τα μεγαλύτερα πορτοφόλια επί Γης, τους κροίσους των κροίσων.... Η διαφορά σε σχέση με προηγούμενα χρόνια είναι ότι φέτος το πρώτο όνομα Ελληνα που φιγουράρει στη σχετική λίστα, με τους συνολικά 1.226 δισεκατομμυριούχους του πλανήτη δεν είναι ένα από αυτά των παραδοσιακών οικογενειών. Δεν είναι αυτό του Σπύρου Λάτση ούτε εκείνο του Φίλιππου Νιάρχου. Στη θέση νούμερο 418 της λίστας των κροίσων συναντά κανείς το όνομα Αριστοτέλης Μυστακίδης, ετών 50, με εκτιμώμενη περιουσία ύψους τουλάχιστον 2,8 δισ. δολαρίων! Πολύ πίσω του οι δύο προαναφερόμενοι Σπύρος Λάτσης στη θέση 464 με 2,6 δισ. δολάρια και Φίλιππος Νιάρχος στο 491 με 2,5 δισ. δολάρια.
Το 1994, μια μικρή ομάδα στελεχών «αφοσιωμένων» σε μια εταιρεία σχεδόν άγνωστη στους περισσότερους, ακόμα και στα διεθνή ΜΜΕ, αποφασίζει να κάνει το μεγάλο βήμα. Ο ιδρυτής και μεγαλομέτοχος της περί ης ο λόγος εταιρείας Μαρκ Ριτς, ένας πραγματικός θρύλος της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, ο άνθρωπος που προ εικοσαετίας, το 1974, είχε ξεκινήσει την Glencore, γνωστή στους παροικούντες τις αγορές των παραγώγων ως η «Goldman Sachs των commodities», εξαναγκάστηκε ουσιαστικά να αποχωρήσει από το προσκήνιο αντιμέτωπος με σωρεία κατηγοριών στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη – από φορολογικές παραβάσεις μέχρι κατηγορίες συνεργασίας με καθεστώτα στο Ιράν και στο Ιράκ ή με μέλη των καρτέλ ναρκωτικών στην Κολομβία! Ο κ. Ριτς εκχωρεί στους τότε άμεσους συνεργάτες του τις μετοχές και τον έλεγχο της εταιρείας του. Η ομάδα αυτή αποτελούνταν από τον Νοτιοαφρικανό Ιβάν Γκλάσενμπεργκ, τον Βρετανό Σάιμον Μάρεϊ, τον Αμερικανό Tορ Πίτερσον, τον Ισπανό Ντανιέλ Ματέ Μπαδένες και τον Ελληνα Τέλη Μυστακίδη.
Αυτή η ομάδα μοιράζεται τις μετοχές της εταιρείας, αναλαμβάνει έκαστος έναν τομέα ευθύνης, με τον δικό μας Τέλη να αναλαμβάνει επικεφαλής του τομέα των λεγόμενων βιομηχανικών μετάλλων(χαλκός, ψευδάργυρος) και να μετατρέπεται σε «καμικάζι» των αγορών. Κοιμούνται και ξυπνούν στα γραφεία τους και στις χρηματιστηριακές αίθουσες, επανεπενδύουν τα κέρδη τους σε διαδοχικές εξαγορές και τοποθετήσεις σε εταιρείες παραγωγής ανά τον κόσμο και φτάνουν να ελέγχουν καθημερινά το 3% των παγκόσμιων συναλλαγών σε συμβόλαια πετρελαίου και φυσικού αερίου. Δουλεύουν 16 ώρες την ημέρα για την εταιρεία τους και δημιουργούν έναν κολοσσό.
Το καλοκαίρι του 2010 η ηγετική ομάδα της Glencore ανακοινώνει την πρόθεσή της να εισαγάγει τις μετοχές της εταιρείας στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου και του Χονγκ Κονγκ. Οι πρώτες εκτιμήσεις των ειδικών μιλάνε για μια δημόσια εγγραφή από τις μεγαλύτερες στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό κλάδο παγκοσμίως. Συνολική αποτίμηση της εταιρείας: 61 δισ. δολάρια.
Τον Μάιο του 2011 οι διοικούντες την Glencore «αποτιμώνται» σε πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, βάσει των μετοχικών τους μεριδίων στην εταιρεία. Για τρεις εξ αυτών αυτό είναι το κομβικό σημείο στην καριέρα και την πορεία τους: ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας και κάτοχος του -αναλογικά- μεγαλύτερου ποσοστού της, ο κ. Γκλάσενμπεργκ, μπαίνει κατευθείαν στους πρώτους 120 της λίστας των κροίσων, ο κ. Ματέ αίφνης γίνεται ο τέταρτος πλουσιότερος Ισπανός και ο Αριστοτέλης Μυστακίδης ο δεύτερος πλουσιότερος Ελληνας, πίσω μόνον από τον κ. Λάτση.
Το 2012 η κρίση έχει επηρεάσει ακόμα και τους κροίσους. Οι ανακατατάξεις είναι πολλές. Ο Αριστοτέλης Μυστακίδης βλέπει την προσωπική του περιουσία να μειώνεται κατά περίπου 20% μέσα στη χρονιά, με αποτέλεσμα να εκτιμάται σήμερα ότι «αξίζει» κάτι λιγότερο από 3 δισ. δολάρια, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει από το να είναι πλέον και με τη βούλα ο πλουσιότερος Ελληνας στον πλανήτη. Μια μεγάλη πορεία για τον κοσμογυρισμένο trader τώρα δικαιώνεται.
Ο 50χρονος Αριστοτέλης Μυστακίδης γεννήθηκε στη Ρώμη, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, συγκεκριμένα ως επιστημονικός σύμβουλος στο πρόγραμμα για την καταπολέμηση του υποσιτισμού (FAO). Σε νεαρή ηλικία μετακόμισε στη Βρετανία -εξ ου και η βρετανική υπηκοότητά του-, όπου και σπούδασε στο φημισμένο London School of Economics. Εκεί ξεχώρισε αμέσως, καθώς είχε και το πρόσθετο πλεονέκτημα να μιλάει έξι γλώσσες. Στη συνέχεια επιλέχθηκε από τους «κυνηγούς κεφαλών» μεγάλων πολυεθνικών για να στελεχώσει το τμήμα επενδύσεων ενός αμερικανικού κολοσσού της αγοράς παραγώγων, της Cargill. Παρέμεινε σε αυτήν για μία εξαετία, κατά την οποία αναρριχήθηκε ταχύτατα στην ιεραρχία. Εκεί τον εντόπισε ο κ. Ριτς, τότε ιδιοκτήτης της Glencore που ακόμα ονομαζόταν Marc Rich & Co., και του πρόσφερε τη θέση του επικεφαλής του τμήματος επενδύσεων σε μέταλλα, το 1993. Εαν χρόνο μετά παρουσιάστηκε η μεγάλη ευκαιρία και ο κ. Μυστακίδης εξαγόρασε το 6% από τον βιαίως αποχωρούντα Ριτς.
Εκτοτε, σε συνεργασία με τους συνεταίρους του στην Glencore, ανέλαβε το τμήμα που ασχολείται με το trading ψευδαργύρου, χαλκού και μολύβδου, κερδίζοντας τη φήμη του καλύτερου διαχειριστή επενδύσεων σε βιομηχανικά μέταλλα παγκοσμίως. Ταυτόχρονα εδραίωσε τη θέση του στον ευρύτερο όμιλο καταλαμβάνοντας θέσεις στα διοικητικά συμβούλια των κυριότερων θυγατρικών της Glencore, όντας μέχρι σήμερα μέλος στα Δ.Σ. των Xstrata Plc, Katanga Mining Limited, Recylex S.A. και Mopani Copper Mines Plc. Ο ίδιος διατηρεί μεν το προφίλ ενός πολίτη του κόσμου, αλλά δηλώνει Ελληνας. Καίτοι αποφεύγει να μιλάει στα ΜΜΕ και το να βρει κανείς έστω και μια φωτογραφία του μοιάζει σχεδόν αδύνατο (ακόμα και η τελευταία έκδοση του «Forbes» δεν φιλοξενεί φωτογραφία του), ο κ. Μυστακίδης δηλώνει πως, παρότι έχει περάσει όλη του τη ζωή μακριά από την Ελλάδα, στο σπίτι και στην οικογένειά του μιλάνε ακόμα ελληνικά. Μάλιστα δεν αποκλείει στο μέλλον να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, κάτι που προς το παρόν πάντως φαντάζει μακρινό, αφού ο ίδιος μοιράζει τον ελεύθερο χρόνο του ανάμεσα στην κατοικία του στο Μπάαρ της Ελβετίας, όπου βρίσκονται και τα κεντρικά γραφεία της Glencore, και στο προσωπικό του γραφείο στην Place de la Madeleine στο Παρίσι. Από τα ελάχιστα στοιχεία που μπορεί να αλιεύσει κανείς για τον Telis Mistakidis στο Διαδίκτυο ξεχωρίζει η συχνή αναφορά του ονόματός του από εξειδικευμένα στα σπορ αυτοκίνητα πολυτελείας sites. Φαίνεται πως αυτό είναι ένα από τα «πάθη» του, κάτι διόλου παράδοξο για έναν δισεκατομμυριούχο.
Μέχρι πέρυσι, όταν και οι μετοχές της εισήχθησαν στις αγορές του Λονδίνου και του Χονγκ Κονγκ, η Glencore ήταν περίπου άγνωστη στο ευρύ κοινό. Παρ’ όλα αυτά, όσοι δραστηριοποιούνται στη διεθνή χρηματοπιστωτική σκηνή μιλάνε για μια εταιρεία με παρουσία σε 40 χώρες και προσωπικό που στη μητρική ξεπερνά τα 2.800 άτομα και σε επίπεδο θυγατρικών και ομίλου τα 53.000. Η Glencore είναι ένας κολοσσός στον χώρο των παραγώγων, ελέγχοντας σήμερα ένα αναλογικά τεράστιο τμήμα των διεθνών συναλλαγών επί ενεργειακών προϊόντων παράλληλα με ένα τεράστιο δίκτυο εταιρειών που παράγουν τις σχετικές πρώτες ύλες. Εχει παρουσία στην πρωτογενή αγορά (μέταλλα, ορυχεία, ενέργεια, δημητριακά, ακόμα και στην αγορά ηλεκτρισμού και υδάτων) σε Ασία, Αυστραλία, Αμερική, Μέση Ανατολή και Ευρώπη.
Το 1994, μια μικρή ομάδα στελεχών «αφοσιωμένων» σε μια εταιρεία σχεδόν άγνωστη στους περισσότερους, ακόμα και στα διεθνή ΜΜΕ, αποφασίζει να κάνει το μεγάλο βήμα. Ο ιδρυτής και μεγαλομέτοχος της περί ης ο λόγος εταιρείας Μαρκ Ριτς, ένας πραγματικός θρύλος της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, ο άνθρωπος που προ εικοσαετίας, το 1974, είχε ξεκινήσει την Glencore, γνωστή στους παροικούντες τις αγορές των παραγώγων ως η «Goldman Sachs των commodities», εξαναγκάστηκε ουσιαστικά να αποχωρήσει από το προσκήνιο αντιμέτωπος με σωρεία κατηγοριών στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη – από φορολογικές παραβάσεις μέχρι κατηγορίες συνεργασίας με καθεστώτα στο Ιράν και στο Ιράκ ή με μέλη των καρτέλ ναρκωτικών στην Κολομβία! Ο κ. Ριτς εκχωρεί στους τότε άμεσους συνεργάτες του τις μετοχές και τον έλεγχο της εταιρείας του. Η ομάδα αυτή αποτελούνταν από τον Νοτιοαφρικανό Ιβάν Γκλάσενμπεργκ, τον Βρετανό Σάιμον Μάρεϊ, τον Αμερικανό Tορ Πίτερσον, τον Ισπανό Ντανιέλ Ματέ Μπαδένες και τον Ελληνα Τέλη Μυστακίδη.
Αυτή η ομάδα μοιράζεται τις μετοχές της εταιρείας, αναλαμβάνει έκαστος έναν τομέα ευθύνης, με τον δικό μας Τέλη να αναλαμβάνει επικεφαλής του τομέα των λεγόμενων βιομηχανικών μετάλλων(χαλκός, ψευδάργυρος) και να μετατρέπεται σε «καμικάζι» των αγορών. Κοιμούνται και ξυπνούν στα γραφεία τους και στις χρηματιστηριακές αίθουσες, επανεπενδύουν τα κέρδη τους σε διαδοχικές εξαγορές και τοποθετήσεις σε εταιρείες παραγωγής ανά τον κόσμο και φτάνουν να ελέγχουν καθημερινά το 3% των παγκόσμιων συναλλαγών σε συμβόλαια πετρελαίου και φυσικού αερίου. Δουλεύουν 16 ώρες την ημέρα για την εταιρεία τους και δημιουργούν έναν κολοσσό.
Το καλοκαίρι του 2010 η ηγετική ομάδα της Glencore ανακοινώνει την πρόθεσή της να εισαγάγει τις μετοχές της εταιρείας στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου και του Χονγκ Κονγκ. Οι πρώτες εκτιμήσεις των ειδικών μιλάνε για μια δημόσια εγγραφή από τις μεγαλύτερες στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό κλάδο παγκοσμίως. Συνολική αποτίμηση της εταιρείας: 61 δισ. δολάρια.
Τον Μάιο του 2011 οι διοικούντες την Glencore «αποτιμώνται» σε πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, βάσει των μετοχικών τους μεριδίων στην εταιρεία. Για τρεις εξ αυτών αυτό είναι το κομβικό σημείο στην καριέρα και την πορεία τους: ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας και κάτοχος του -αναλογικά- μεγαλύτερου ποσοστού της, ο κ. Γκλάσενμπεργκ, μπαίνει κατευθείαν στους πρώτους 120 της λίστας των κροίσων, ο κ. Ματέ αίφνης γίνεται ο τέταρτος πλουσιότερος Ισπανός και ο Αριστοτέλης Μυστακίδης ο δεύτερος πλουσιότερος Ελληνας, πίσω μόνον από τον κ. Λάτση.
Το 2012 η κρίση έχει επηρεάσει ακόμα και τους κροίσους. Οι ανακατατάξεις είναι πολλές. Ο Αριστοτέλης Μυστακίδης βλέπει την προσωπική του περιουσία να μειώνεται κατά περίπου 20% μέσα στη χρονιά, με αποτέλεσμα να εκτιμάται σήμερα ότι «αξίζει» κάτι λιγότερο από 3 δισ. δολάρια, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει από το να είναι πλέον και με τη βούλα ο πλουσιότερος Ελληνας στον πλανήτη. Μια μεγάλη πορεία για τον κοσμογυρισμένο trader τώρα δικαιώνεται.
Ο 50χρονος Αριστοτέλης Μυστακίδης γεννήθηκε στη Ρώμη, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, συγκεκριμένα ως επιστημονικός σύμβουλος στο πρόγραμμα για την καταπολέμηση του υποσιτισμού (FAO). Σε νεαρή ηλικία μετακόμισε στη Βρετανία -εξ ου και η βρετανική υπηκοότητά του-, όπου και σπούδασε στο φημισμένο London School of Economics. Εκεί ξεχώρισε αμέσως, καθώς είχε και το πρόσθετο πλεονέκτημα να μιλάει έξι γλώσσες. Στη συνέχεια επιλέχθηκε από τους «κυνηγούς κεφαλών» μεγάλων πολυεθνικών για να στελεχώσει το τμήμα επενδύσεων ενός αμερικανικού κολοσσού της αγοράς παραγώγων, της Cargill. Παρέμεινε σε αυτήν για μία εξαετία, κατά την οποία αναρριχήθηκε ταχύτατα στην ιεραρχία. Εκεί τον εντόπισε ο κ. Ριτς, τότε ιδιοκτήτης της Glencore που ακόμα ονομαζόταν Marc Rich & Co., και του πρόσφερε τη θέση του επικεφαλής του τμήματος επενδύσεων σε μέταλλα, το 1993. Εαν χρόνο μετά παρουσιάστηκε η μεγάλη ευκαιρία και ο κ. Μυστακίδης εξαγόρασε το 6% από τον βιαίως αποχωρούντα Ριτς.
Εκτοτε, σε συνεργασία με τους συνεταίρους του στην Glencore, ανέλαβε το τμήμα που ασχολείται με το trading ψευδαργύρου, χαλκού και μολύβδου, κερδίζοντας τη φήμη του καλύτερου διαχειριστή επενδύσεων σε βιομηχανικά μέταλλα παγκοσμίως. Ταυτόχρονα εδραίωσε τη θέση του στον ευρύτερο όμιλο καταλαμβάνοντας θέσεις στα διοικητικά συμβούλια των κυριότερων θυγατρικών της Glencore, όντας μέχρι σήμερα μέλος στα Δ.Σ. των Xstrata Plc, Katanga Mining Limited, Recylex S.A. και Mopani Copper Mines Plc. Ο ίδιος διατηρεί μεν το προφίλ ενός πολίτη του κόσμου, αλλά δηλώνει Ελληνας. Καίτοι αποφεύγει να μιλάει στα ΜΜΕ και το να βρει κανείς έστω και μια φωτογραφία του μοιάζει σχεδόν αδύνατο (ακόμα και η τελευταία έκδοση του «Forbes» δεν φιλοξενεί φωτογραφία του), ο κ. Μυστακίδης δηλώνει πως, παρότι έχει περάσει όλη του τη ζωή μακριά από την Ελλάδα, στο σπίτι και στην οικογένειά του μιλάνε ακόμα ελληνικά. Μάλιστα δεν αποκλείει στο μέλλον να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, κάτι που προς το παρόν πάντως φαντάζει μακρινό, αφού ο ίδιος μοιράζει τον ελεύθερο χρόνο του ανάμεσα στην κατοικία του στο Μπάαρ της Ελβετίας, όπου βρίσκονται και τα κεντρικά γραφεία της Glencore, και στο προσωπικό του γραφείο στην Place de la Madeleine στο Παρίσι. Από τα ελάχιστα στοιχεία που μπορεί να αλιεύσει κανείς για τον Telis Mistakidis στο Διαδίκτυο ξεχωρίζει η συχνή αναφορά του ονόματός του από εξειδικευμένα στα σπορ αυτοκίνητα πολυτελείας sites. Φαίνεται πως αυτό είναι ένα από τα «πάθη» του, κάτι διόλου παράδοξο για έναν δισεκατομμυριούχο.
Μέχρι πέρυσι, όταν και οι μετοχές της εισήχθησαν στις αγορές του Λονδίνου και του Χονγκ Κονγκ, η Glencore ήταν περίπου άγνωστη στο ευρύ κοινό. Παρ’ όλα αυτά, όσοι δραστηριοποιούνται στη διεθνή χρηματοπιστωτική σκηνή μιλάνε για μια εταιρεία με παρουσία σε 40 χώρες και προσωπικό που στη μητρική ξεπερνά τα 2.800 άτομα και σε επίπεδο θυγατρικών και ομίλου τα 53.000. Η Glencore είναι ένας κολοσσός στον χώρο των παραγώγων, ελέγχοντας σήμερα ένα αναλογικά τεράστιο τμήμα των διεθνών συναλλαγών επί ενεργειακών προϊόντων παράλληλα με ένα τεράστιο δίκτυο εταιρειών που παράγουν τις σχετικές πρώτες ύλες. Εχει παρουσία στην πρωτογενή αγορά (μέταλλα, ορυχεία, ενέργεια, δημητριακά, ακόμα και στην αγορά ηλεκτρισμού και υδάτων) σε Ασία, Αυστραλία, Αμερική, Μέση Ανατολή και Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να αποφευχθούν περιπτώσεις εμφάνισης υβριστικών σχολίων ή άλλων ποινικά κολάσιμων πράξεων, όλα τα σχόλια πριν δημοσιευτούν ελέγχονται.
Παρακαλούμε μην αποστέλετε πληροφορίες άχρηστες προς τη λειτουργία του συγκεκριμένου blog.
Τα μηνύματα είναι προσωπικές απόψεις των αποστολέων και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν τους δημιουργούς ή διαχειριστές της συγκεκριμένης σελίδας.