Διαβάστε την ιστορία της ισχυρότερης μυστικής υπηρεσίας του κόσμου.
Το 1991 αποφασίζεται η διάλυση της KGB στην ΕΣΣΔ, από το Συμβούλιο του Κράτους, που αποφασίζει την αντικατάστασή της από άλλες υπηρεσίες.
Η Κα-Γκε-Μπε, KGB ...
(μεταφορά από τα αρχικά "КГБ") είναι η ρωσική συντομογραφία για την Επιτροπή για την Κρατική Ασφάλεια (ρωσικά: Комитет государственной безопасности, προφορά: Komitjet Gosudarstvjennoj Bjezopasnosti), που ήταν και το επίσημο όνομα ενός οργανισμού ομπρέλα στην υπηρεσία της Σοβιετικής Ένωσης ως κατεξοχήν υπηρεσία ασφαλείας, μυστική αστυνομία, και οργανισμός πληροφοριών, από το 1954 έως το 1991.
Το όνομα της μεγαλύτερης οργάνωσης της Ρωσίας που διαδέχτηκε την KGB είναι η FSB (ρωσικά: ФСБ, Федеральная служба безопасности; Fjedjeral'naja Sluzhba Bjezopasnosti).
Η λειτουργία της KGB αποτυπώνεται στο επίσημο έμβλημα της οργάνωσης: τονίζοντας τόσο την ασπίδα όσο και το σπαθί, η KGB ήταν μια οργάνωση με στρατιωτική ιεραρχία που στόχευε στην παροχή εθνικής ασφάλειας, και στην ασφάλεια του ΚΚΣΕ. Ήταν παρόμοια στην λειτουργία της με την CIA των Ηνωμένων Πολιτείων, με πρόσθετα καθήκοντα την αντι-κατασκοπεία και την εθνική ασφάλεια του FBI, ή με τους δίδυμους οργανισμούς MI5 και MI6 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στις 21 Δεκεμβρίου 1995, ο Πρόεδρος της Ρωσίας Μπορίς Γιέλτσιν υπέγραψε την πράξη που καταργούσε την KGB, που έκτοτε υποκαταστάθηκε από την FSB, την σημερινή εσωτερική κρατική υπηρεσία ασφαλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Στην Λευκορωσία, μια πρώην Σοβιετική Δημοκρατία, το επίσημο όνομα της Κρατικής Υπηρεσίας Ασφαλείας παραμένει KGB.
Ο όρος χρησιμοποιείται μερικές φορές παραστατικά στο Δυτικό τύπο για να αναφερθεί στην σημερινή FSB μετά την μετονομασία της το 1991 λόγω της αναγνωρισιμότητας και της δημόσιας κατανόησης του όρου. Σημειώνεται ότι οι περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την KGB παραμένουν ακόμη απόρρητες, παρόλο που υπάρχουν δύο πηγές ντοκουμέντων της KGB διαθέσιμες στο ιντερνέτ.
Προέλευση της KGB
Η πρώτη σε παρόμοια αρμοδιότητα από τις προκατόχους της KGB ήταν η Τσέκα, Cheka (ρωσικά:чрезвычайная комиссия), που ιδρύθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1917 και αντικατέστησε την αντίστοιχη υπηρεσία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας την Οχράνα. H Τσέκα άλλαξε πολλές φορές ονομασία και οργανωτικά στα επόμενα χρόνια, γινόμενη στην συνέχεια το Πολιτικό Διευθυντήριο του Κράτους, γνωστότερη ως Γκε-Πε-Ου (συντ.:OGPU) το 1923, η Επιτροπή του Λαού για την Κρατική Ασφάλεια (USSR), γνωστότερη ως Νι-Κα-Γκε-Μπε (συντ.: NKGB) το 1941, και Υπουργείο για την Κρατική Ασφάλεια (USSR) (συντ.: MGB) το 1946, μεταξύ άλλων. Τον Μάρτιο του 1953, ο Λαβρέντι Μπέρια ενοποίησε το Ρωσικό Υπουργείο Εσωτερικών Υποθέσεων (συντ.:MVD) και την MGB σε ένα σώμα — την MVD. Μέσα σε ένα χρόνο ο Μπέρια εκτελέστηκε και η MVD διασπάστηκε ξανά. Η νέα MVD που δημιουργήθηκε διατήρησε τις εξουσίες της για αστυνόμευση και εφαρμογή του νόμου, ενώ η δεύτερη νέα υπηρεσία, η KGB, απέκτησε την αρμοδιότητα για εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια και τις λειτουργίες συλλογής πληροφοριών, και λογοδοτούσε απευθείας στο Συμβούλιο των Υπουργών. Στις 5 Ιουλίου 1978 η KGB μετονομάστηκε σε "KGB της Σοβιετικής Ένωσης," με τον επικεφαλής της να κατέχει μια θέση στο υπουργικό συμβούλιο.
Η KGB διαλύθηκε όταν ο αρχηγός της, Γενικός Επικεφαλής Vladimir Kryuchkov, χρησιμοποίησε τους πόρους της KGB για να συνδράμει τον Αύγουστο του 1991 στην Σοβιετική Επιχείρηση πραξικοπήματος του 1991 για την ανατροπή του Σοβιετικού Προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσώφ. Στις 23 Αυγούστου 1991 ο Kryuchkov συνελήφθη, και ο Στρατηγός Vadim Bakatin διορίστηκε ως Πρόεδρος της KGB — και εξουσιοδοτήθηκε να διαλύσει αυτή την οργάνωση της Σοβιετικής Ένωσης. Στις 6 Νοεμβρίου, 1991, η KGB έπαψε να υφίσταται επίσημα. Οι υπηρεσίες της μοιράστηκαν σε δύο ξεχωριστούς οργανισμούς. Την FSB για την Εσωτερική Ασφάλεια και την Υπηρεσία Πληροφοριών Εξωτερικού (SVR) για την συγκέντρωση πληροφοριών από το εξωτερικό. Επιχειρησιακά όμως η FSB μοιάζει πολύ περισσότερο με την Σοβιετική KGB. Ο Vladimir Kryuchkov πέθανε το 2007 στην Μόσχα από μια αδιευκρίνιστη ασθένεια.
Από την ίδρυσή της , η KGB απέβλεψαν να αποτελέσει "το σπαθί και η ασπίδα" για την επανάσταση των Μπολσεβίκων και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης (συντ.ΚΚΣΕ). Η KGB έφασε σε μια σημαντική σειρά από επιτυχίες στα πρώτα στάδια της ιστορίας της. Η τότε -σχετικά χαλαρή ασφάλεια των ξένων δυνάμεων όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο επέτρεψαν στην KGB να αδράξει ευκαιρίες χωρίς προηγούμενο για να διεισδύσει στις ξένες μυστικές υπηρεσίες και στις κυβερνήσεις με τους δικούς της ιδεολογικά στρατολογημένους πράκτορες όπως Η πεντάδα του Κέμπριτζ. Κατά κοινή ομολογία, η πιο σημαντική επιτυχία της Σοβιετικής Ένωσης στην ιστορία της κατασκοπίας , η Πεντάδα του Κέμπριτζ, αφορούσε απόκτηση λεπτομερών πληροφοριών για το κτίριο της ατομικής βόμβας (το πρόγραμμα Μανχάτταν), η οποία συνέβη λόγω της πετυχημένης τοποθέτησης πρακτόρων της KGB μέσα στο πρόγραμμα όπως ο Κλάους Φουχς και ο Τέοντορ Χωλ. Η KGB κυνήγησε επίσης εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης και του Ιωσήφ Στάλιν. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονταν άνθρωποι όπως ο Λέων Τρότσκι, η δολοφονία του οποίου επετεύχθη τελικά , και αντεπαναστατικές ομάδες όπως ο Λευκός Στρατός.
Στην διάρκεια του ψυχρού πολέμου, η KGB έπαιξε έναν κρίσιμο ρόλο στην επιβίωση του μονοκομματικού Σοβιετικού κράτους μέσω της καταπίεσης της πολιτικής διαφωνίας και παρακολουθώντας στενά αξιόλογα δημόσια πρόσωπα όπως ο Σολζενίτσιν και ο Αντρέι Ζαχάρωφ. Είχε επίσης σημαντικές επιτυχίες στο πεδίο της ξένης διπλωματίας, περιλαμβανομένης της συνεχόμενης συγκέντρωσης πληροφοριών για την επιστήμη και της τεχνολογία στην Δύση (πολλές από αυτές τις πληροφορίες χρησιμοποιήθηκαν στον σχεδιασμό του Tupolev Tu-144, οι οποίες είχαν αντιγραφεί από το Άγγλο-Γαλλικό Concorde) από πράκτορες όπως η Melita Norwood και η μυστική διείσδυση στην κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας του Βίλλυ Μπραντ, σε συνεργασία με την Στάζι της Ανατολικής Γερμανίας.
Modus operandi
Πολλοί ειδικοί συμφωνούν ότι η KGB ήταν παγκοσίως η πιο αποτελεσματική υπηρεσία πληροφοριών. Όπως οι περισσότερες υπηρεσίες αυτού του είδους , η KGB δρούσε με πράκτορες που είτε είχαν νόμιμη ή παράνομη κατοικία στις χώρες του ενδιαφέροντός της. Αυτοί που επιχειρούσαν νόμιμα δρούσαν μέσα από την Σοβιετική Πρεσβεία δια της διπλωματικής τους ασυλίας, έτσι ώστε, εάν πιαστούν ή αποκαλυφθεί ότι κατασκοπεύουν, οι νόμιμοι κάτοικοι ήταν απαλλαγμένοι από την δίωξή τους. Στην καλύτερη περίπτωση, η θέση του νόμιμα διαμένοντος πράκτορα θα γινόταν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Είτε θα ανακαλούνταν πίσω στην πατρίδα ή η χώρα υποδοχής του θα τον/την απέλαυνε. Από την άλλη, οι παράνομα εγκατεστημένοι κατάσκοποι δρούσαν χωρίς ασυλία από την δίωξή τους. Ιδιαίτερα στα πρώτα της χρόνια, η KGB συχνά εκτιμούσε περισσότερο τους παράνομα εγκατεστημένους πράκτορές της από τους νόμιμους, κυρίως επειδή οι παράνομοι δρούσαν μυστικά και με μεγαλύτερη ετοιμότητα να διεισδύσουν στους στόχους τους.
Χρησιμοποιώντας την ιδεολογική γοητεία του πρώτου κράτους εργατών-αγροτών, και αργότερα πολεμώντας τον φασισμό και με τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, οι Σοβιετικοί επιτυχημένα στρατολόγησαν υψηλόβαθμους κατασκόπους, αν και, η υπογραφή το 1939 στο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότωφ, η ήττα το 1956 της Ουγγρικής εξέγερσης, και η Άνοιξη της Πράγας το 1968 εξάντλησαν σε μεγάλο βαθμό την ιδεολογική στρατολόγηση. Οι νέοι στη Δύση ένιωθαν αποτροπιασμό για τις παραβιάσεις της κυριαρχίας ανεξάρτητων κρατών από τον Κόκκινο Στρατό και από την γερασμένη σοβιετική ηγεσία υπό τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Ως συνέπεια, η KGB χρησιμοποίησε τον εκβιασμό και την δωροδοκία ως όπλα για την στρατολόγηση Δυτικών πρακτόρων.
Η KGB, όπως και οι Δυτικές ομόλογες υπηρεσίες, ξεχώριζαν το προσωπικό παροχής πληροφοριών σε πράκτορες, που παρείχαν την πληροφορία, και ελεγκτές, που μετέφεραν τις πληροφορίες στο Κρεμλίνο και ήταν υπεύθυνοι για την παρακολούθηση και την πληρωμή των πρακτόρων. Μερικοί από τους πιο σημαντικούς πράκτορες, όπως η Πεντάδα του Κέμπριτζ, είχαν πολλαπλούς ελεγκτές στην διάρκεια της καριέρας τους ως κατασκόπων. Παραδόξως, ο Κιμ Φίλμπυ, που θεωρούσε τον εαυτό του ως αξιωματούχο της KGB, πληροφορήθηκε με αγένεια σχετικά με αυτόν τον διαχωρισμό όταν αυτομόλησε στην Σοβιετική Ένωση και ως σε ξένο πράκτορα, δεν του επιτράπηκε καν να εισέλθει στα κεντρικά γραφεία της KGB .
Η ιστορία της KGB
Το ξεκίνημα της KGB προέρχεται από την ίδρυση της Τσέκα έξι εβδομάδες μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 με σκοπό να υπερασπιστεί το εκκολαπτόμενο κράτος των Μπολσεβίκων από τους πανίσχυρους αστούς εχθρούς του, και κυρίως το κίνημα των Λευκών. Η Τσέκα ξεκίνησε την δράση της με σκοπό να καταπνίξει βίαια την διαφωνία ανακρίνοντας και βασανίζοντας ύποπτους αντεπαναστάτες και της είχε δοθεί από τον Λένιν ένας κεντρικός ρόλος για την επιβίωση του νέου καθεστώτος. Με την έγκριση του Λένιν, μια νέα υπηρεσία πληροφοριών για το εξωτερικό της Τσέκα, με τα αρχικά INO (Innostranyi Otdel), ιδρύθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 1920. Ήταν ο προάγγελος για την δημιουργία της πρώτης Γενικής Διεύθυνσης της KGB. Η ίδια η Τσέκα μετονομάστηκε σε Πολιτικό Διευθυντήριο του Κράτους (OGPU), ένα όνομα που θα διατηρούσε για ένα μεγάλο διάστημα της πρώιμης κυριαρχίας του Στάλιν (1920-30).
Η OGPU συνέχισε να επεκτείνει τις επιχειρήσεις της μέσα στην χώρα και στο εξωτερικό. Αν και, η κλιμακούμενη παράνοια του Στάλιν, η οποία προμήνυε την περίοδο των διώξεων που θα επακολουθούσε, επηρέασε καθοριστικά την απόδοση και την κατεύθυνση της υπηρεσίας πληροφοριών. Υπό τον Στάλιν, η αναζήτηση φανταστικών κατασκόπων που ήταν ενάντια στο κράτος όπως οι Τροτσκιστές έγινε το κεντρικό μέλημα της υπηρεσίας. Καθώς ο Στάλιν δρούσε ο ίδιος ως αναλυτή πληροφοριών, ο ρόλος της διαδικασίας παροχής πληροφοριών υποτάχθηκε σε αυτόν της συλλογής, και συχνά οι αναφορές που υποβάλλονταν στον Στάλιν σχεδιάζονταν για να ανταποκρίνονται μόνο σε αυτό που ήθελε εκείνος να ακούσει. Από τους πολλούς πράκτορες που διέθετε η OGPU, μόνο ο Nikolai Vlasik είχε επιλεγεί μακροχρόνια ως σωματοφύλακας του Στάλιν. Αυτό ήταν μόνο ένα μικρό νεύμα για την οργάνωση ως σύνολο. Η περίοδος αυτή στην ιστορία της KGB κορυφώθηκε με την πραγματική εκκαθάριση πολλών αξιωματικών της και χάος μέσα στις εσωτερικές και εξωτερικές επιχειρήσεις της οργάνωσης στην διάκεια του Μεγάλου Διωγμού, όπως συνέβη με την καταδίκη του πρώην επικεφαλής της KGB Genrikh Yagoda για προδοσία και συνωμοσία με τους Τροτσκιστές, και του πρώην επικεφαλής της KGB Nikolai Yezhov, για παρόμοιες κατηγορίες, ο οποίος κατά ειρωνικό τρόπο είχε καταγγείλει τον και είχε διεξάγει την Τρομοκρατία υπό τις διαταγές του Στάλιν από το 1936 έως το 1938.
Η υπηρεσία, που αποκαλούνταν τώρα Επιτροπή του Λαού για την Κρατική Ασφάλεια (NKGB) και αργότερα τμήμα της NKVD, επεδίωξε να ανασυνταχθεί μετά από την καταστροφή των εκκαθαρίσεων του Στάλιν. Υπό τον Λαβρέντι Μπέρια, συνέχισε τον συκοφαντικό της ρόλο παράγοντας πληροφορίες για να ενισχύσουν τις συνωμοτικές θεωρίες του ίδιου του Στάλιν και ταυτόχρονα επιτυγχάνοντας μια από τις μεγαλύτερες διεισδύσεις σε υπηρεσίες Δυτικών χωρών που έχουν ποτέ επιτευχθεί από οποιαδήποτε υπηρεσία πληροφοριών.
Εντωμεταξύ ο Μπέρια, που ήταν ο επικεφαλής τώρα της ΜVD, είχε εδραιώσει την εξουσία του με την φιλοδοξία να διαδεχτεί τον Στάλιν ως ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης. Μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953, ο Beria συγχώνευσε την MGB με την MVD. Φοβούμενοι μια απόπειρα πραξικοπήματος, οι σύντροφοι του Μπέρια στο Presidium (εκτελεστική επιτροπή) ενώθηκαν εναντίον του. Τον παρέπεμψαν σε δίκη με τις κατηγορίες των "εγκληματικών αντί-κομματικών και αντι-κρατικών δραστηριοτήτων" και τον εκτέλεσαν για προδοσία. Η MGB διαχωρίστηκε και πάλι από την MVD και υπέστη την τελική της μετονομασία σε KGB.
Ο επόμενος επικεφαλής της KGB που είχε υψηλές φιλοδοξίες ήταν ο σχετικά νέος σε ηλικία Aleksandr Shelepin (για τα έτη 1958–61), που βοήθησε για το πραξικόπημα ενάντια στον Nikita Khrushchev το 1964. Ο προστατευόμενός του στην KGB, Vladimir Semichastny (1961–67), απολύθηκε, και ο ίδιος ο Shelepin παραμερίστηκε από την δεσπόζουσα θέση του στην Επιτροπή του Κόμματος και ελέγχου του Κράτους σε μια ασήμαντη θέση του Συμβουλίου της Ένωσης για το Εμπόριο από τον Brezhnev και το Κομμουνιστικό Κόμμα, του οποίου οι μνήμες για τον Μπέρια ήταν ακόμα νωπές στο μυαλό τους.
Το 1967, ο Γιούρι Αντρόποφ, ο μακροβιότερος και με την μεγαλύτερη επιρροή αρχηγός της KGB σε όλη την ιστορία της, άρχισε την θητεία του ως επικεφαλής. Ο Αντρόποφ θα προσπαθούσε να καταστήσει τον εαυτό του διάδοχο του Μπρέζνιεφ, και σε αυτό βοηθήθηκε από την επιδεινούμενη άνοια του στρατηγού, και τον διαδέχθηκε το 1982. Η κληρονομιά του Αντρόποφ στην KGB ήταν μια αυξημένη προσοχή στην καταπολέμηση της ιδεολογικής ανατροπής σε όλες της τις μορφές, ανεξάρτητα πόσο μικρές και ασήμαντες φαινόταν.
Ο Vladimir Kryuchkov, θορυβήθηκε από τις προσπάθειες του Γκορμπατσόφ να ανοίξει την Σοβιετική κοινωνία στην glasnost και ήταν ένας από τους κύριους οργανωτές του Σοβιετικού πραξικοπήματος του 1991. Εντούτοις, λόγω της παρακμής της KGB και άλλων παραγόντων είχε μοιραία εξασθενίσει το Σοβιετικό καθεστώς, και ως συνέπεια της αποτυχίας του πραξικοπήματος, η KGB διαλύθηκε επίσημα στις 6 Νοεμβρίου 1991. Η υπηρεσία που την διαδέχτηκε, η FSB, υλοποιεί σήμερα τις περισσότερες από τις λειτουργίες της πρώην KGB, αν και η μεγαλύτερη και πιο σημαντική διεύθυνση της KGB, η FCD, διασπάστηκε για να γίνει η SVR (Sluzhba Vneshney Razvedki).
Ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας και σημερινός πρωθυπουργός της Βλαντιμίρ Πούτιν ξεκίνησε την καριέρα του στην KGB, παρακολουθώντας τις δραστηριότητες των φοιτητών του Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης. Αργότερα, εργάστηκε για την KGB στην πρώην Ανατολική Γερμανία.
πηγή
Το 1991 αποφασίζεται η διάλυση της KGB στην ΕΣΣΔ, από το Συμβούλιο του Κράτους, που αποφασίζει την αντικατάστασή της από άλλες υπηρεσίες.
Η Κα-Γκε-Μπε, KGB ...
(μεταφορά από τα αρχικά "КГБ") είναι η ρωσική συντομογραφία για την Επιτροπή για την Κρατική Ασφάλεια (ρωσικά: Комитет государственной безопасности, προφορά: Komitjet Gosudarstvjennoj Bjezopasnosti), που ήταν και το επίσημο όνομα ενός οργανισμού ομπρέλα στην υπηρεσία της Σοβιετικής Ένωσης ως κατεξοχήν υπηρεσία ασφαλείας, μυστική αστυνομία, και οργανισμός πληροφοριών, από το 1954 έως το 1991.
Το όνομα της μεγαλύτερης οργάνωσης της Ρωσίας που διαδέχτηκε την KGB είναι η FSB (ρωσικά: ФСБ, Федеральная служба безопасности; Fjedjeral'naja Sluzhba Bjezopasnosti).
Η λειτουργία της KGB αποτυπώνεται στο επίσημο έμβλημα της οργάνωσης: τονίζοντας τόσο την ασπίδα όσο και το σπαθί, η KGB ήταν μια οργάνωση με στρατιωτική ιεραρχία που στόχευε στην παροχή εθνικής ασφάλειας, και στην ασφάλεια του ΚΚΣΕ. Ήταν παρόμοια στην λειτουργία της με την CIA των Ηνωμένων Πολιτείων, με πρόσθετα καθήκοντα την αντι-κατασκοπεία και την εθνική ασφάλεια του FBI, ή με τους δίδυμους οργανισμούς MI5 και MI6 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στις 21 Δεκεμβρίου 1995, ο Πρόεδρος της Ρωσίας Μπορίς Γιέλτσιν υπέγραψε την πράξη που καταργούσε την KGB, που έκτοτε υποκαταστάθηκε από την FSB, την σημερινή εσωτερική κρατική υπηρεσία ασφαλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Στην Λευκορωσία, μια πρώην Σοβιετική Δημοκρατία, το επίσημο όνομα της Κρατικής Υπηρεσίας Ασφαλείας παραμένει KGB.
Ο όρος χρησιμοποιείται μερικές φορές παραστατικά στο Δυτικό τύπο για να αναφερθεί στην σημερινή FSB μετά την μετονομασία της το 1991 λόγω της αναγνωρισιμότητας και της δημόσιας κατανόησης του όρου. Σημειώνεται ότι οι περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την KGB παραμένουν ακόμη απόρρητες, παρόλο που υπάρχουν δύο πηγές ντοκουμέντων της KGB διαθέσιμες στο ιντερνέτ.
Προέλευση της KGB
Η πρώτη σε παρόμοια αρμοδιότητα από τις προκατόχους της KGB ήταν η Τσέκα, Cheka (ρωσικά:чрезвычайная комиссия), που ιδρύθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1917 και αντικατέστησε την αντίστοιχη υπηρεσία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας την Οχράνα. H Τσέκα άλλαξε πολλές φορές ονομασία και οργανωτικά στα επόμενα χρόνια, γινόμενη στην συνέχεια το Πολιτικό Διευθυντήριο του Κράτους, γνωστότερη ως Γκε-Πε-Ου (συντ.:OGPU) το 1923, η Επιτροπή του Λαού για την Κρατική Ασφάλεια (USSR), γνωστότερη ως Νι-Κα-Γκε-Μπε (συντ.: NKGB) το 1941, και Υπουργείο για την Κρατική Ασφάλεια (USSR) (συντ.: MGB) το 1946, μεταξύ άλλων. Τον Μάρτιο του 1953, ο Λαβρέντι Μπέρια ενοποίησε το Ρωσικό Υπουργείο Εσωτερικών Υποθέσεων (συντ.:MVD) και την MGB σε ένα σώμα — την MVD. Μέσα σε ένα χρόνο ο Μπέρια εκτελέστηκε και η MVD διασπάστηκε ξανά. Η νέα MVD που δημιουργήθηκε διατήρησε τις εξουσίες της για αστυνόμευση και εφαρμογή του νόμου, ενώ η δεύτερη νέα υπηρεσία, η KGB, απέκτησε την αρμοδιότητα για εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια και τις λειτουργίες συλλογής πληροφοριών, και λογοδοτούσε απευθείας στο Συμβούλιο των Υπουργών. Στις 5 Ιουλίου 1978 η KGB μετονομάστηκε σε "KGB της Σοβιετικής Ένωσης," με τον επικεφαλής της να κατέχει μια θέση στο υπουργικό συμβούλιο.
Η KGB διαλύθηκε όταν ο αρχηγός της, Γενικός Επικεφαλής Vladimir Kryuchkov, χρησιμοποίησε τους πόρους της KGB για να συνδράμει τον Αύγουστο του 1991 στην Σοβιετική Επιχείρηση πραξικοπήματος του 1991 για την ανατροπή του Σοβιετικού Προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσώφ. Στις 23 Αυγούστου 1991 ο Kryuchkov συνελήφθη, και ο Στρατηγός Vadim Bakatin διορίστηκε ως Πρόεδρος της KGB — και εξουσιοδοτήθηκε να διαλύσει αυτή την οργάνωση της Σοβιετικής Ένωσης. Στις 6 Νοεμβρίου, 1991, η KGB έπαψε να υφίσταται επίσημα. Οι υπηρεσίες της μοιράστηκαν σε δύο ξεχωριστούς οργανισμούς. Την FSB για την Εσωτερική Ασφάλεια και την Υπηρεσία Πληροφοριών Εξωτερικού (SVR) για την συγκέντρωση πληροφοριών από το εξωτερικό. Επιχειρησιακά όμως η FSB μοιάζει πολύ περισσότερο με την Σοβιετική KGB. Ο Vladimir Kryuchkov πέθανε το 2007 στην Μόσχα από μια αδιευκρίνιστη ασθένεια.
Από την ίδρυσή της , η KGB απέβλεψαν να αποτελέσει "το σπαθί και η ασπίδα" για την επανάσταση των Μπολσεβίκων και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης (συντ.ΚΚΣΕ). Η KGB έφασε σε μια σημαντική σειρά από επιτυχίες στα πρώτα στάδια της ιστορίας της. Η τότε -σχετικά χαλαρή ασφάλεια των ξένων δυνάμεων όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο επέτρεψαν στην KGB να αδράξει ευκαιρίες χωρίς προηγούμενο για να διεισδύσει στις ξένες μυστικές υπηρεσίες και στις κυβερνήσεις με τους δικούς της ιδεολογικά στρατολογημένους πράκτορες όπως Η πεντάδα του Κέμπριτζ. Κατά κοινή ομολογία, η πιο σημαντική επιτυχία της Σοβιετικής Ένωσης στην ιστορία της κατασκοπίας , η Πεντάδα του Κέμπριτζ, αφορούσε απόκτηση λεπτομερών πληροφοριών για το κτίριο της ατομικής βόμβας (το πρόγραμμα Μανχάτταν), η οποία συνέβη λόγω της πετυχημένης τοποθέτησης πρακτόρων της KGB μέσα στο πρόγραμμα όπως ο Κλάους Φουχς και ο Τέοντορ Χωλ. Η KGB κυνήγησε επίσης εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης και του Ιωσήφ Στάλιν. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονταν άνθρωποι όπως ο Λέων Τρότσκι, η δολοφονία του οποίου επετεύχθη τελικά , και αντεπαναστατικές ομάδες όπως ο Λευκός Στρατός.
Στην διάρκεια του ψυχρού πολέμου, η KGB έπαιξε έναν κρίσιμο ρόλο στην επιβίωση του μονοκομματικού Σοβιετικού κράτους μέσω της καταπίεσης της πολιτικής διαφωνίας και παρακολουθώντας στενά αξιόλογα δημόσια πρόσωπα όπως ο Σολζενίτσιν και ο Αντρέι Ζαχάρωφ. Είχε επίσης σημαντικές επιτυχίες στο πεδίο της ξένης διπλωματίας, περιλαμβανομένης της συνεχόμενης συγκέντρωσης πληροφοριών για την επιστήμη και της τεχνολογία στην Δύση (πολλές από αυτές τις πληροφορίες χρησιμοποιήθηκαν στον σχεδιασμό του Tupolev Tu-144, οι οποίες είχαν αντιγραφεί από το Άγγλο-Γαλλικό Concorde) από πράκτορες όπως η Melita Norwood και η μυστική διείσδυση στην κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας του Βίλλυ Μπραντ, σε συνεργασία με την Στάζι της Ανατολικής Γερμανίας.
Modus operandi
Πολλοί ειδικοί συμφωνούν ότι η KGB ήταν παγκοσίως η πιο αποτελεσματική υπηρεσία πληροφοριών. Όπως οι περισσότερες υπηρεσίες αυτού του είδους , η KGB δρούσε με πράκτορες που είτε είχαν νόμιμη ή παράνομη κατοικία στις χώρες του ενδιαφέροντός της. Αυτοί που επιχειρούσαν νόμιμα δρούσαν μέσα από την Σοβιετική Πρεσβεία δια της διπλωματικής τους ασυλίας, έτσι ώστε, εάν πιαστούν ή αποκαλυφθεί ότι κατασκοπεύουν, οι νόμιμοι κάτοικοι ήταν απαλλαγμένοι από την δίωξή τους. Στην καλύτερη περίπτωση, η θέση του νόμιμα διαμένοντος πράκτορα θα γινόταν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Είτε θα ανακαλούνταν πίσω στην πατρίδα ή η χώρα υποδοχής του θα τον/την απέλαυνε. Από την άλλη, οι παράνομα εγκατεστημένοι κατάσκοποι δρούσαν χωρίς ασυλία από την δίωξή τους. Ιδιαίτερα στα πρώτα της χρόνια, η KGB συχνά εκτιμούσε περισσότερο τους παράνομα εγκατεστημένους πράκτορές της από τους νόμιμους, κυρίως επειδή οι παράνομοι δρούσαν μυστικά και με μεγαλύτερη ετοιμότητα να διεισδύσουν στους στόχους τους.
Χρησιμοποιώντας την ιδεολογική γοητεία του πρώτου κράτους εργατών-αγροτών, και αργότερα πολεμώντας τον φασισμό και με τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, οι Σοβιετικοί επιτυχημένα στρατολόγησαν υψηλόβαθμους κατασκόπους, αν και, η υπογραφή το 1939 στο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότωφ, η ήττα το 1956 της Ουγγρικής εξέγερσης, και η Άνοιξη της Πράγας το 1968 εξάντλησαν σε μεγάλο βαθμό την ιδεολογική στρατολόγηση. Οι νέοι στη Δύση ένιωθαν αποτροπιασμό για τις παραβιάσεις της κυριαρχίας ανεξάρτητων κρατών από τον Κόκκινο Στρατό και από την γερασμένη σοβιετική ηγεσία υπό τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Ως συνέπεια, η KGB χρησιμοποίησε τον εκβιασμό και την δωροδοκία ως όπλα για την στρατολόγηση Δυτικών πρακτόρων.
Η KGB, όπως και οι Δυτικές ομόλογες υπηρεσίες, ξεχώριζαν το προσωπικό παροχής πληροφοριών σε πράκτορες, που παρείχαν την πληροφορία, και ελεγκτές, που μετέφεραν τις πληροφορίες στο Κρεμλίνο και ήταν υπεύθυνοι για την παρακολούθηση και την πληρωμή των πρακτόρων. Μερικοί από τους πιο σημαντικούς πράκτορες, όπως η Πεντάδα του Κέμπριτζ, είχαν πολλαπλούς ελεγκτές στην διάρκεια της καριέρας τους ως κατασκόπων. Παραδόξως, ο Κιμ Φίλμπυ, που θεωρούσε τον εαυτό του ως αξιωματούχο της KGB, πληροφορήθηκε με αγένεια σχετικά με αυτόν τον διαχωρισμό όταν αυτομόλησε στην Σοβιετική Ένωση και ως σε ξένο πράκτορα, δεν του επιτράπηκε καν να εισέλθει στα κεντρικά γραφεία της KGB .
Η ιστορία της KGB
Το ξεκίνημα της KGB προέρχεται από την ίδρυση της Τσέκα έξι εβδομάδες μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 με σκοπό να υπερασπιστεί το εκκολαπτόμενο κράτος των Μπολσεβίκων από τους πανίσχυρους αστούς εχθρούς του, και κυρίως το κίνημα των Λευκών. Η Τσέκα ξεκίνησε την δράση της με σκοπό να καταπνίξει βίαια την διαφωνία ανακρίνοντας και βασανίζοντας ύποπτους αντεπαναστάτες και της είχε δοθεί από τον Λένιν ένας κεντρικός ρόλος για την επιβίωση του νέου καθεστώτος. Με την έγκριση του Λένιν, μια νέα υπηρεσία πληροφοριών για το εξωτερικό της Τσέκα, με τα αρχικά INO (Innostranyi Otdel), ιδρύθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 1920. Ήταν ο προάγγελος για την δημιουργία της πρώτης Γενικής Διεύθυνσης της KGB. Η ίδια η Τσέκα μετονομάστηκε σε Πολιτικό Διευθυντήριο του Κράτους (OGPU), ένα όνομα που θα διατηρούσε για ένα μεγάλο διάστημα της πρώιμης κυριαρχίας του Στάλιν (1920-30).
Η OGPU συνέχισε να επεκτείνει τις επιχειρήσεις της μέσα στην χώρα και στο εξωτερικό. Αν και, η κλιμακούμενη παράνοια του Στάλιν, η οποία προμήνυε την περίοδο των διώξεων που θα επακολουθούσε, επηρέασε καθοριστικά την απόδοση και την κατεύθυνση της υπηρεσίας πληροφοριών. Υπό τον Στάλιν, η αναζήτηση φανταστικών κατασκόπων που ήταν ενάντια στο κράτος όπως οι Τροτσκιστές έγινε το κεντρικό μέλημα της υπηρεσίας. Καθώς ο Στάλιν δρούσε ο ίδιος ως αναλυτή πληροφοριών, ο ρόλος της διαδικασίας παροχής πληροφοριών υποτάχθηκε σε αυτόν της συλλογής, και συχνά οι αναφορές που υποβάλλονταν στον Στάλιν σχεδιάζονταν για να ανταποκρίνονται μόνο σε αυτό που ήθελε εκείνος να ακούσει. Από τους πολλούς πράκτορες που διέθετε η OGPU, μόνο ο Nikolai Vlasik είχε επιλεγεί μακροχρόνια ως σωματοφύλακας του Στάλιν. Αυτό ήταν μόνο ένα μικρό νεύμα για την οργάνωση ως σύνολο. Η περίοδος αυτή στην ιστορία της KGB κορυφώθηκε με την πραγματική εκκαθάριση πολλών αξιωματικών της και χάος μέσα στις εσωτερικές και εξωτερικές επιχειρήσεις της οργάνωσης στην διάκεια του Μεγάλου Διωγμού, όπως συνέβη με την καταδίκη του πρώην επικεφαλής της KGB Genrikh Yagoda για προδοσία και συνωμοσία με τους Τροτσκιστές, και του πρώην επικεφαλής της KGB Nikolai Yezhov, για παρόμοιες κατηγορίες, ο οποίος κατά ειρωνικό τρόπο είχε καταγγείλει τον και είχε διεξάγει την Τρομοκρατία υπό τις διαταγές του Στάλιν από το 1936 έως το 1938.
Η υπηρεσία, που αποκαλούνταν τώρα Επιτροπή του Λαού για την Κρατική Ασφάλεια (NKGB) και αργότερα τμήμα της NKVD, επεδίωξε να ανασυνταχθεί μετά από την καταστροφή των εκκαθαρίσεων του Στάλιν. Υπό τον Λαβρέντι Μπέρια, συνέχισε τον συκοφαντικό της ρόλο παράγοντας πληροφορίες για να ενισχύσουν τις συνωμοτικές θεωρίες του ίδιου του Στάλιν και ταυτόχρονα επιτυγχάνοντας μια από τις μεγαλύτερες διεισδύσεις σε υπηρεσίες Δυτικών χωρών που έχουν ποτέ επιτευχθεί από οποιαδήποτε υπηρεσία πληροφοριών.
Εντωμεταξύ ο Μπέρια, που ήταν ο επικεφαλής τώρα της ΜVD, είχε εδραιώσει την εξουσία του με την φιλοδοξία να διαδεχτεί τον Στάλιν ως ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης. Μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953, ο Beria συγχώνευσε την MGB με την MVD. Φοβούμενοι μια απόπειρα πραξικοπήματος, οι σύντροφοι του Μπέρια στο Presidium (εκτελεστική επιτροπή) ενώθηκαν εναντίον του. Τον παρέπεμψαν σε δίκη με τις κατηγορίες των "εγκληματικών αντί-κομματικών και αντι-κρατικών δραστηριοτήτων" και τον εκτέλεσαν για προδοσία. Η MGB διαχωρίστηκε και πάλι από την MVD και υπέστη την τελική της μετονομασία σε KGB.
Ο επόμενος επικεφαλής της KGB που είχε υψηλές φιλοδοξίες ήταν ο σχετικά νέος σε ηλικία Aleksandr Shelepin (για τα έτη 1958–61), που βοήθησε για το πραξικόπημα ενάντια στον Nikita Khrushchev το 1964. Ο προστατευόμενός του στην KGB, Vladimir Semichastny (1961–67), απολύθηκε, και ο ίδιος ο Shelepin παραμερίστηκε από την δεσπόζουσα θέση του στην Επιτροπή του Κόμματος και ελέγχου του Κράτους σε μια ασήμαντη θέση του Συμβουλίου της Ένωσης για το Εμπόριο από τον Brezhnev και το Κομμουνιστικό Κόμμα, του οποίου οι μνήμες για τον Μπέρια ήταν ακόμα νωπές στο μυαλό τους.
Το 1967, ο Γιούρι Αντρόποφ, ο μακροβιότερος και με την μεγαλύτερη επιρροή αρχηγός της KGB σε όλη την ιστορία της, άρχισε την θητεία του ως επικεφαλής. Ο Αντρόποφ θα προσπαθούσε να καταστήσει τον εαυτό του διάδοχο του Μπρέζνιεφ, και σε αυτό βοηθήθηκε από την επιδεινούμενη άνοια του στρατηγού, και τον διαδέχθηκε το 1982. Η κληρονομιά του Αντρόποφ στην KGB ήταν μια αυξημένη προσοχή στην καταπολέμηση της ιδεολογικής ανατροπής σε όλες της τις μορφές, ανεξάρτητα πόσο μικρές και ασήμαντες φαινόταν.
Ο Vladimir Kryuchkov, θορυβήθηκε από τις προσπάθειες του Γκορμπατσόφ να ανοίξει την Σοβιετική κοινωνία στην glasnost και ήταν ένας από τους κύριους οργανωτές του Σοβιετικού πραξικοπήματος του 1991. Εντούτοις, λόγω της παρακμής της KGB και άλλων παραγόντων είχε μοιραία εξασθενίσει το Σοβιετικό καθεστώς, και ως συνέπεια της αποτυχίας του πραξικοπήματος, η KGB διαλύθηκε επίσημα στις 6 Νοεμβρίου 1991. Η υπηρεσία που την διαδέχτηκε, η FSB, υλοποιεί σήμερα τις περισσότερες από τις λειτουργίες της πρώην KGB, αν και η μεγαλύτερη και πιο σημαντική διεύθυνση της KGB, η FCD, διασπάστηκε για να γίνει η SVR (Sluzhba Vneshney Razvedki).
Ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας και σημερινός πρωθυπουργός της Βλαντιμίρ Πούτιν ξεκίνησε την καριέρα του στην KGB, παρακολουθώντας τις δραστηριότητες των φοιτητών του Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης. Αργότερα, εργάστηκε για την KGB στην πρώην Ανατολική Γερμανία.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να αποφευχθούν περιπτώσεις εμφάνισης υβριστικών σχολίων ή άλλων ποινικά κολάσιμων πράξεων, όλα τα σχόλια πριν δημοσιευτούν ελέγχονται.
Παρακαλούμε μην αποστέλετε πληροφορίες άχρηστες προς τη λειτουργία του συγκεκριμένου blog.
Τα μηνύματα είναι προσωπικές απόψεις των αποστολέων και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν τους δημιουργούς ή διαχειριστές της συγκεκριμένης σελίδας.